Καλώς ήρθατε και πάλι στη στήλη “My Super-Watchlist”, την ολοδική μου γωνίτσα στο Supernatural Greece, όπου σχολιάζω ό,τι παρακολουθώ μέσα σε έναν μήνα. Το έριξα στο ρομάντζο τον Αύγουστο, όπως θα δείτε. Η πλειοψηφία όσων είδα ήταν rom-com, και μάλιστα ένα από αυτά φιγουράρει επάξια στη δεύτερη θέση. Στην κορυφή, για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, βρίσκεται μια αυστραλέζικη dramedy με δύσκολο θέμα. Ανάμεσα στα υπόλοιπα της ανασκόπησης θα βρείτε μια υπερτιμημένη μαρβελοταινία, την πιο πρόσφατη σειρά Star Wars, δυο cult classics, μια ιδιοσυγκρασιακή πειρατική κωμωδία και μία sci-fi σειρά που χαράμισε τις υψηλές προοπτικές της. Επίσης, θα παρατηρήσετε την έντονη παρουσία του Nicholas Galitzine στη λίστα. Ούτε μια, ούτε δυο, αλλά τρεις ταινίες του είδα μέσα στο μηνα! (Αλήθεια, το παθαίνετε κι εσείς με ηθοποιούς αυτό, να σας αρέσουν σε μια ταινία και μετά να πιάνετε τη φιλμογραφία τους από την αρχή; )
Οι προτάσεις είναι πολλές και για διάφορα γούστα, οπότε είναι στη διακριτική σας ευχέρεια να τις σταχυολογήσετε για να ταιριάξουν στη δική σας Watchlist!
Οι κριτικές που ακολουθούν ΔΕΝ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ SPOILERS.
#11 My Fake Boyfriend (ταινία)
Ο κακόγουστος τίτλος αυτής της gay rom-com αντικατοπτρίζει ακριβώς αυτό που πρέπει περιμένει κανείς από αυτήν: όχι πολλά πράγματα. Σαν ιδέα φαντάζει ιδανική για αισθηματική κωμωδία, αλλά στην εκτέλεση είναι κάτω του μετρίου. Κάνει μια προσπάθεια για να σατιρίσει την αφέλεια της πλειοψηφίας των χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά βρήκα κάπως δύσκολο να αποδεχτώ τον κλιμακούμενο σουρεαλισμό της όλης φάσης. Θεωρώ ότι το λάθος της ταινίας ήταν το ότι εστίασε σε λάθος σημεία. Αν άφηνε τον Keiynan Lonsdale να κουβαλήσει την αφήγηση με την χαριτωμένα υποτονική ερμηνεία του, και δεν έδινε τόσο βάρος στον νευρωτικό χαρακτήρα του Dylan Sprouse και στο τραβηγμένο-από-τα-μαλλιά σχέδιό του να σώσει την ερωτική ζωή του κολλητού του, θα ήταν πολύ καλύτερη. Βέβαια, έτσι, θα ήταν μια άλλη ταινία, αλλά εν προκειμένω, δεν θα με πείραζε και τόσο…
#10 Meet Cute (ταινία)
Παρά τους γοητευτικούς πρωταγωνιστές του (από τους οποίους, η μια προσπαθεί λίγο, αλλά ο άλλος ούτε τα προσχήματα), το μετριότατο αυτό rom-com, με τα πολλά του αφηγηματικά και λογικά κενά, δεν προσφέρει κάτι στο θεατή, παρά μόνο εκνευρισμό. Δεν καταφέρνει με κανέναν τρόπο, λοιπόν, να ξεχωρίσει μέσα στο υποείδος των “ρομαντικών κωμωδιών με χρονική λούπα” που ξεκίνησε με το ανεπανάληπτο Groundhog Day και όλο εμπλουτίζεται τα τελευταία χρόνια. Είναι απλά άλλη μια δευτερότριτη αισθηματική ταινία όπου το πρωταγωνιστικό ζευγάρι ερωτεύεται και καταλήγει μαζί, παρόλο που δεν γνωρίζει *καθόλου* ο ένας τον άλλο. Έχω μπουχτίσει από τέτοιες ιστορίες, και συμπτωματικά παρόμοια είναι και η επόμενη…
#9 The Map of Perfect Little Things (ταινία)
Δυο έφηβοι, που ζουν τις ίδιες 16 ώρες ξανά και ξανά, βάζουν στόχο να ανακαλύψουν το νόημα πίσω από αυτό που ζουν, αναζητώντας τα “τέλεια μικρά πράγματα” της ατέρμονης μέρας τους. Η ταινία είναι γλυκιά και χαριτωμένη, αλλά από ουσία πάσχει. Όλα γυρίζουν γύρω από δυο χαρακτήρες που δεν έχουν ιδιαίτερη χημεία μεταξύ τους και δεν καταφέρνει να ανθίσει η ιδέα των αδερφών ψυχών — τουλάχιστον όχι όπως την προόριζε ο σεναριογράφος. Ο Kyle Allen βάζει τα δυνατά του με μια ζωηρή ερμηνεία που θυμίζει “Ferris Bueller”, αλλά η Kathryn Newton, κλασικά (από εποχές Supernatural είχε δείξει πόσο αγγούρι είναι), είναι το βαρίδι που δεν αφήνει την ταινία να απογειωθεί. Η αποκάλυψη του λόγου που συνέβη η λούπα είναι αναμενόμενη, αλλά όμορφα δοσμένη. Στο φινάλε, ο έρωτας των δυο νέων ίσως δεν μοιάζει τόσο βεβιασμένος, αλλά, το ότι η ταινία δεν μπήκε στον κόπο να εξερευνήσει σωστά το σύμπαν της, και μας αφήνει με τεράστιες απορίες, μου άφησε μια επίγευση ανολοκλήρωτου.
#8 Purlpe Hearts (ταινία)
Ρεπουμπλικανός πεζοναύτης ερωτεύεται Φιλελεύθερη σερβιτόρα που ονειρεύεται να κάνει καριέρα στο τραγούδι. (Ακούει την κεντρική ιδέα ο Μανουσάκης και χτυπιέται που τον πρόλαβε άλλος!) Η ταινία μου γέννησε δυο εκ διαμέτρου αντίθετα συναισθήματα. Αν εστιάσεις στο αισθηματικό της κομμάτι, είναι πολύ γλυκιά, και σε αγγίζει παρά την έλλειψη πρωτοτυπίας της. Το πρωταγωνιστικό ζεύγος είναι πανέμορφο (σημαντικό συστατικό για το συγκεκριμένο είδος) και η χημεία τους μου άρεσε αρκετά. Αν επιχειρήσεις να δεις ανάμεσα στις γραμμές του σεναρίου, όμως, θα εξαγριωθείς από την αισχρή προπαγάνδα υπέρ του Αμερικανικού Στρατού. Στην πρώτη πράξη η ταινία δείχνει ότι έχει τα φόντα να γίνει ένα αιχμηρό μελόδραμα που προσπαθεί να κάνει ένα ουσιαστικό κοινωνικό σχόλιο (έστω και μέσα από σεναριακά κλισέ και χαρακτήρες-στερεότυπα), αλλά από κάποιο σημείο και μετά, οι σεναριογράφοι το χάνουν εντελώς, κάνοντας τη μια προβληματική επιλογή μετά την άλλη, προσπαθώντας να εξυμνήσουν τους “Αμερικανούς ήρωες” (aka τους άμοιρους που είτε λόγω ανάγκης είτε στενοκεφαλιάς, πάνε να πετσοκόψουν και να πετσοκοφτούν στην άλλη άκρη του πλανήτη για μια χώρα που ύστερα θα τους έχει χ$σμ$νους) και να ξεπλύνουν τους αιματηρούς πολέμους που διεξάγουν οι ΗΠΑ στο όνομα της ειρήνης. Έτσι, φτάνουμε στο βεβιασμένο κλείσιμο της ταινίας, το οποίο, και δεν βγάζει νόημα σε πολλά επίπεδα, και θυσιάζει την ηθική ακεραιότητα της πρωταγωνίστριας, και δίνει στον πρωταγωνιστή μια εξιλέωση που δεν κέρδισε μέσα από την αφήγηση. Ίσως στο βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η ταινία να εξελίσσεται πιο ομαλά ο έρωτας των δυο ετερωνύμων και να βγάζει νόημα αυτό που συνέβη στο τέλος, πάντως στην ταινία δεν μπήκε κανείς στον κόπο να δείξει με σαφήνεια τα κομβικά σημεία της αναπροσαρμογής των αντικρουόμενων κοσμοθεωριών τους ώστε να καταλάβουμε πώς κατάφεραν να κάνουν χωριό αυτά τα δυο πιτσουνάκια! Αχ, αυτά παθαίνει όποιος προσπαθεί να ταιριάξει αδέξια την πολιτική μέσα σε ένα ρομάντζο…
#7 Victor Frankenstein (ταινία)
Ο -έκπτωτος πια- σεναριογράφος Max Landis είχε προσπαθήσει το 2015 να κάνει για τον Victor Frankenstein ότι είχε καταφέρει να κάνει λίγα χρόνια πιο πριν ο Guy Ritchie για τον Sherlock Holmes, κοπιάροντας την ίδια ακριβώς συνταγή (από το χιούμορ γεμάτο εσκεμμένους αναχρονισμούς μέχρι τα queerbait ομοερωτικά υπονοούμενα). Αυτή η μεταμοντέρνα προσαρμογή της γνωστής ιστορίας της Mary Shelley φιλοδοξούσε να δώσει διαφορετική πνοή στο λογοτεχνικό αριστούργημα, αλλά το τελικό αποτέλεσμα είναι αρκετά άνευρο (ειδικά το βεβιασμένο φινάλε) και δεν προσφέρει κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί σε άλλες, ανώτερες ποιοτικά, εκδοχές. Οι δυο πρωταγωνιστές έχουν πολύ καλή χημεία και οι χαρακτήρες τους, παρόλο που δεν έχουν και πολλές ομοιότητες με τους λογοτεχνικούς ή/και κινηματογραφικούς προκατόχους τους, είναι ενδιαφέροντες και κουβαλούν -όσο μπορούν κι αυτοί οι άμοιροι- το σαθρό σενάριο.
#6 Guardians of the Galaxy Vol.3 (ταινία)
Η τελευταία ( ; ) ταινία με τους Φύλακες του (μαρβελικού) Διαστήματος είναι μια γλυκιά ομαδική αγκαλίτσα, που μπορεί να είναι λίγο πιο σφιχτή από όσο αντέχει η πλοκή σε κάποια σημεία, αλλά αποχαιρετά όμορφα αυτή την παράξενη οικογένεια. Βέβαια, δεν μοιράζομαι τον ενθουσιασμό της πλειοψηφίας των φανς (όπως δεν το έκανα και για το Spider-Man: No Way Home) και δεν τη θεωρώ από τα καλύτερα δείγματα του MCU, ούτε καλύτερη της πρώτης ταινίας της τριλογίας. Δεν αναφέρω καν τα αφηγηματικά κενά (δεν έχω πολλές απαιτήσεις) — και μόνο η κατασπατάληση του ταλέντου του Will Poulter και του χαρακτήρα του Adam Warlock έφτανε για να με ξενερώσει. Αναγνωρίζω την οργιώδη φαντασία του James Gunn και το συναισθηματικό βάρος που έβαλε σε αυτόν τον ιδιόμορφο και περίτεχνο αποχαιρετισμό του στους φανς της Marvel, δεν μπόρεσα, όμως, να μην αισθανθώ τον συναισθηματικό εκβιασμό. Στην τελική, αν το καλοσκεφτείς, η Marvel ξόδεψε 200 μύρια ώστε να μπορέσει να πει το μελαγχολικό του αντίο ένα διαστημικό ρακούν που έψαχνε την αγάπη και την αποδοχή, αλλά τελικά διάλεξε τον Star-Lord (τον λιγότερο συμπαθή από την ομάδα) ως το μόνο από αυτούς τους χαρακτήρες που θα επιστρέψει στο μέλλον. Δεν είναι αυτό κάτι που με γεμίζει ενθουσιασμό για το franchise…
#5 The Power (σειρά, 1ος κύκλος)
Ο κόσμος της σειράς (που βασίζεται στο ομώνυμο, βραβευμένο βιβλίο της Naomi Alderman) είναι ο δικός μας κόσμος, αλλά χάρη σε μια περίεργη ανατροπή της Μητέρας Φύσης, ξαφνικά οι γυναίκες αποκτούν την ικανότητα να διοχετεύουν ηλεκτρισμό από το σώμα τους. Αυτό φυσικά, τις τοποθετεί άμεσα στην κορυφή της “τροφικής αλυσίδας”, και δημιουργεί τριγμούς στο παραδοσιακό, πατριαρχικό status quo, δίνοντας στους δημιουργούς την σπάνια ευκαιρία να εξερευνήσουν τη δομή της κοινωνίας του σήμερα και την ανθρώπινη συμπεριφορά, κυρίως με γνώμωνα το φύλο (βιολογικό και κοινωνικό). Άσχετα με την πιστότητα ή μη στο λογοτεχνικό υλικό, η αφήγηση της πρώτης 9άδας επεισοδίων δεν είχε τη συνοχή που θα έπρεπε να έχει για να μετουσιώσει την ιντριγκαδόρικη κεντρική ιδέα της σειράς. Το καστ είναι τεράστιο και οι παράλληλες πλοκές πολλές, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αφηγηματική ισορροπία, κάτι που μόνο να χειροτερέψουν μπορούν κάποιες διάσπαρτες αφελείς ανατροπές. Όλοι οι χαρακτήρες είναι αυθεντικοί (κι αυτό είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της σειράς), αλλά, δυστυχώς, δεν είναι όλοι τους ενδιαφέροντες, κάτι που γεννά κοιλιές στην αφήγηση για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Παρόλα αυτά, δεν γίνεται να παραβλέψεις ότι η σειρά έχει τεράστιες προοπτικές και προσφέρει άφθονη τροφή για προβληματισμό, κι ελπίζω, τώρα που μπήκε στο ζουμί η ιστορία, η συνέχεια να είναι πιο καλοστημένη, όχι μόνο για να δικαιώσει την καλή φήμη του λογοτεχνικού προκατόχου της, αλλά και να πάρει τη δική της θέση στο πάνθεο του πολύπαθου είδους της φεμινιστικής υποθετικής μυθοπλασίας — και να μην έχει την τύχη του, παρόμοιας θεματικής και αισθητικής, αδικοχαμένου Y: The Last Man.
#4 Handsome Devil (ταινία)
Η ταινία είναι μια συμπαθέστατη -και καλοπαιγμένη- παραλλαγή μιας κλασικής ιστορίας ενηλικίωσης που προσφέρει κάποιες διάσπαρτες ανατροπές που την κάνουν να ξεχωρίζει από παρόμοιες εφηβικές dramedy με ΛΟΑΤΚΙ περιεχόμενο. Περίμενα ένα ακόμη gay teen drama, αλλά πήρα μια συγκινητική ιστορία για όσους νοιώθουν παρίες που δεν ταιριάζουν στα κουτάκια της κοινωνίας. Η ταινία μπορεί να εστιάζει στα ομοφυλόφιλα αγόρια ενός οικοτροφείου αρρένων στην Ιρλανδία, αλλά πραγματικά το μήνυμά της θα μπορούσε να απευθύνεται σε οποιονδήποτε δεν προσαρμόζεται για οποιονδήποτε λόγο στις κοινωνικές νόρμες, σε όποια χώρα κι αν βρίσκεται. “Μην μιλάς με δανεική φωνή”, αυτό είναι το μάθημα που δίνει στους μαθητές του ο φιλόλογος, ο οποίος θυμίζει αρκετά τον ριζοσπάστη δάσκαλο του Κύκλου των Χαμένων Ποιητών. Γενικά, η ταινία αποτίει έναν διακριτικό φόρο τιμής στο εμβληματικό δράμα του Peter Weir, χρησιμοποιώντας ίδιες θεματικές, αλλά πιο ανάλαφρο τόνο.
#3 Red, White & Royal Blue (ταινία)
Ο σκηνοθέτης Matthew Lopez κάνει ένα αξιοσημείωτο φιλμικό ντεμπούτο με την προσαρμογή του ομότιτλου best-seller τ@ Casey McQuiston. Πρόκειται για μια αισθηματική κωμωδία που συνδυάζει με επιδεξιότητα όλα (μα όλα όμως) τα γνώριμα κλισέ του είδους και καταφέρνει να μας δώσει ένα αποτέλεσμα ένοχα απολαυστικό και εθιστικά αξιολάτρευτο! Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται το “απαγορευμένο” ρομάντζο δυο νεαρών ανδρών που είναι κάθε άλλο παρά ανώνυμοι: ο ένας είναι ο γιος της Προέδρου των ΗΠΑ κι ο άλλος είναι ο δευτερότοκος Πρίγκηπας της Αγγλίας. Η αρχική αντιπάθεια (κλασικά) μεταμορφώνεται πολύ αναπάντεχα σε έλξη, και βρίσκουν τους εαυτούς τους να προσπαθούν να κρατήσουν τη σχέση τους μυστική για να προστατεύσουν την ιδιωτικότητά τους, αλλά και τα πολιτικά παιχνίδια των οικογενειών τους. Όμως, ως γνωστόν, ο έρωτας κι ο βήχας δεν κρύβονται… Νοιώθω ότι αυτή η ιστορία θα λειτουργούσε πολύ καλύτερα σε μορφή μίνι-σειράς, επειδή το προαπαιτούμενο happy end μου φάνηκε αρκετά βιαστικό, αλλά το όλο αποτέλεσμα είναι, όχι μόνο ένα καλό παράδειγμα εκπροσώπησης των queer ατόμων, αλλά ένα πολύ καλό παράδειγμα ρομαντικής ταινίας γενικότερα, με αξιαγάπητο πρωταγωνιστικό δίδυμο και χαριτωμένους δεύτερους χαρακτήρες! Μοναδική εξαίρεση η Uma Thurman και η φριχτή νότια προφορά της. Την είχαν και για κράχτη, τρομάρα της…
#2 Heartstopper (σειρά, 2ος κύκλος)
Αυτή η χαριτωμένη εφηβική σειρά ήταν μια από τις πιο ευχάριστες εκπλήξεις της περσινής τηλεοπτικής χρονιάς. Ευτυχώς, η δημιουργός Alice Oseman αποφάσισε για τη συνέχεια να δώσει βάρος και βάθος σε όλους τους χαρακτήρες της, κι όχι μόνο στο πρωταγωνιστικό ζεύγος, και δεν φοβήθηκε να μετριάσει τη γλύκα με λίγο σκοτάδι. Έτσι, στην πλοκή αυτής της σεζόν μπήκαν οι διατροφικές διαταραχές, ο παραλυτικός φόβος της εγκατάλειψης, η εσωτερικευμένη ομοφοβία και οι τοξικοί συγγενείς. Κι όμως, η Oseman δεν χάνει ποτέ την αισιοδοξία στην αφήγησή της και το μήνυμα που μας δίνει είναι ξεκάθαρο: οι χαρούμενες στιγμές κάνουν τον πόνο πιο ανεκτό. Στα καινούργια αυτό επεισόδια ο εκκολαπτόμενος έρωτας του Nick με τον Charlie μπορεί να είναι στο επίκεντρο, αλλά δεν μονοπωλεί το ενδιαφέρον, αφού όλα τα μέλη της παρέας τους έχουν το ίδιο μερίδιο από την ιστορία. Η αφήγηση της 2ης σεζόν ήταν απολύτως ισορροπημένη και πιο ώριμη. Η σειρά συνεχίζει, βέβαια, να θέτει τον εαυτό της αντίθετο στη σεξουαλικά ενεργή εξτραβαγκάνζα των άλλων σειρών του είδους (βλ. Sex Education, Euphoria, Elite ή Love, Victor) και παραμένει πιστή στην εξερεύνηση των συναισθημάτων πρώτα, πριν μπουν στο παιχνίδι οι… σαρκικές απολαύσεις (φαντάζομαι θα γίνει κι αυτό στο μέλλον κάποια στιγμή). Με αυτή την πιο μεστή σεζόν έγινε μια από τις σημαντικότερες σειρές για την εκπροσώπηση της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ. Η τελευταία πράξη του season finale ήταν από τα πιο όμορφα και συγκινητικά πράγματα είδα τον τελευταίο καιρό (και να σημειωθεί ότι το λέω αυτό χωρίς να έχω ακόμη συνέλθει από το φινάλε του Good Omens!)
#1 In Limbo (σειρά, 1ος κύκλος)
Ο ζωηρός διάλογος μεταξύ του Nate και του Charlie, των δυο ανδρών πρωταγωνιστών, στην εναρκτήρια σκηνή του πρώτου επεισοδίου αυτής της dramedy, εισάγει πολλά από όσα χρειάζεται να γνωρίζει ο θεατής για την μακρόχρονη φιλία τους. Αλλά, όπως και με πολλά άλλα χαρακτηριστικά αυτής της ευφυούς σειράς, είναι επίσης τεχνηέντως παραπλανητικός. Το αυστραλέζικο αυτό διαμαντάκι έχει τον τόνο ενός sitcom, αλλά ρίχνει και κάτι ξεγυρισμένες γροθιές στο στομάχι από εκεί που δεν το περιμένεις. Spoiler alert: ο Nate είναι νεκρός και η σειρά παίρνει το χρόνο της στο να μας δείξει πώς πέθανε και γιατί τον βλέπει πια μόνο ο Charlie. Οι δυο τους ενσαρκώνουν μια κλασική ανδρική φιλία, με τα πειράγματά της και την ανάλαφρη ψιλοκουβέντα, που σπάνια σοβαρεύει περισσότερο από το debate για το ποια είναι η καλύτερη χριστουγεννιάτικη ταινία όλων των εποχών (αλήθεια, Die Hard ή Gremlins, τι λέτε; ) Κι εκεί υπογραμμίζεται το κεντρικό θέμα της σειράς που είναι η ψυχική υγεία των ανδρών, η οποία συχνά θυσιάζεται στο βωμό ενός απατηλού προσωπείου αρρενωπότητας. Το μήνυμα δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρο: υπάρχει επιτακτική ανάγκη για τους άνδρες να μιλάνε περισσότερο — μεταξύ τους, με τ@ς συντρόφους τους, με την οικογένειά τους και τους φίλους τους, και ίσως επίσης με ειδικούς ψυχολόγους — για τις αμφιβολίες, τους φόβους και τις δυσκολίες τους, και όχι μόνο για τις προτιμήσεις τους στην ποπ-κουλτούρα. Διοχετεύοντας στο ρόλο τις προσωπικές του εμπειρίες σχετικά με τη σκληρή μάχη που έχει δώσει στο παρελθόν για την ψυχική του υγεία, ο Bob Morley δίνει την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του ως ο κωμικοτραγικός Nate που βρέθηκε “in limbo”, που λέει κι ο τίτλος, παγιδευμένος, δηλαδή, ανάμεσα στους κόσμους των ζωντανών και των νεκρών. Μέσα σε 6 μόλις επεισόδια μας προκαλείται ένα σκαμπανέβασμα συναισθημάτων. Το φινάλε αφήνει κάποια πράγματα στον αέρα, αλλά δίνει και μια ολοκλήρωση στους χαρακτήρες, οπότε ακόμη κι αν δεν ανανεωθεί η σειρά, παρακολουθείται ως έχει — και πραγματικά σας προτείνω να το κάνετε (αλλά πάλι με το ίδιο trigger warning που σας είχα δώσει και για το Totally, Completely Fine, με το οποίο έχει πολλά κοινά στοιχεία).
***
Τα υπόλοιπα του μήνα
(επαναλήψεις και ανολοκλήρωτα):
► Ahsoka (σειρά): Με το Ahsoka, ο Dave Filoni φιλοδοξεί να διορθώσει τα sequels με τον ίδιο τρόπο που το The Clone Wars του διόρθωσε τα prequels. Αυτή η μίνι-σειρά στο σύμπαν του Star Wars προωθείται ως 5η σεζόν του Rebels, και κρίνοντας από τα 2 πρώτα επεισόδια που έχω δει, η περιγραφή αυτή είναι ακριβέστατη. Προς το παρόν, το μόνο που θα σχολιάσω είναι ότι φαίνεται πολλά υποσχόμενη, κι ελπίζω στην ανασκόπηση του Σεπτέμβρη να αποδειχτεί αντάξια των προσδοκιών που μου δημιούργησε με την δυνατή αρχή της! (Αχ, τα ίδια ακριβώς είχα γράψει για το Secret Invasion κι ένα μήνα μετά τα πήρα πίσω! Ελπίζω να μην συμβεί το ίδιο κι εδώ…)
► Colin From Accounts (σειρά): Δεν μου έχει ξανασυμβεί, αλλά να που βρήκα αυστραλέζικη σειρά να με απογοητεύσει. Η προβληματική κεντρική ιδέα, σε συνδυασμό με το χοντροκομμένο χιούμορ, δεν μου επέτρεψαν να δώσω ευκαιρία ούτε στο δευτερο επεισόδιο. Μακρυά! Ειδικά αν είστε φιλόζωοι…
► Only Murders In The Building (σειρά): Έχοντας χάσει πια την κεκτημένη ταχύτητα που με έκανε να δω μονορούφι τη μέτρια 2η σεζόν μετά την εξαιρετική 1η, νοιώθω ότι η 3η σεζόν δεν τραβάει καθόλου. Περίμενα ότι η προσθήκη των Meryl Streep και Paul Rudd στο καστ θα απογείωναν τη σειρά, αλλά μετα βίας τη βοηθούν να περπατήσει. Η κεντρική ιδέα είναι κουρασμένη πια κι έχει χαθεί η ζωηράδα και το χιούμορ που έκαναν τη σειρά τόσο απολαυστική στην αρχή. Είδα 3 επεισόδια και θα την αφήσω στον πάγο, με σκοπό να επιστρέψω (ίσως) κάποια στιγμή να το δω όλο μαζί όταν ολοκληρωθεί η σεζόν.
► Grease (ταινία): Ισως για πρώτη φορά στη ζωή μου κάθησα και είδα ολόκληρο αυτό το θρυλικό μιούζικαλ. Εξυπακούεται ότι πρόκειται για προιόν της εποχής του, με κάμποσα σημεία που ο θεατής του σήμερα ίσως έβρισκε προβληματικά (από τους 35άρηδες που παίζουν εφήβους μέχρι την πλήρη απουσία οποιουδήποτε μη-λευκού χαρακτήρα). Όμως, τολμώ να πω ότι σε γενικές γραμμές δεν γέρασε άσχημα σαν ταινία, παραμένει διασκεδαστική και αστεία, και τα τραγούδια είναι εξίσου πιασάρικα. Σε αυτό που θέλω να σταθώ σήμερα είναι η ηθογραφική σημασία της ιστορίας. Δεν είχα αναρωτηθεί ποτέ για τη σημασία του τίτλου και ψάχνοντάς το, έμαθα για την υποκουλτούρα των “greasers” που γεννήθηκε στη δεκαετία του ’50. Όταν γυρίστηκε η ταίνια 20 χρόνια αργότερα, η εικόνα των greasers ήταν η πεμπτουσία της νοσταλγίας για τα 50’s και η ταινία έβαλε το δικό της λιθαράκι στην αποτίναξη της αρνητικής χροιάς που είχε ο χαρακτηρισμός.
► Misery (ταινία): Και μετά από τόσο ρομάντζο, έβαλα να (ξανα)δώ κάτι εκ διαμέτρου αντίθετο. Τι άλλο να πω για αυτό το εμβληματικό ψυχολογικό θρίλερ και την ερμηνειάρα της Kathy Bates που δεν έχει ειπωθεί τα τελευταία 33 χρόνια; Θα σταθώ στην απολύτως ξύλινη ερμηνεία του James Caan, που όχι μονο έκλεψε από την ταινία το χαρακτηρισμό “αριστούργημα”, αλλά και με έναν μαγικό τρόπο κατάφερε να κάνει αντιπαθές το θύμα της ιστορίας! Όσες φορές και να τη δω, πάντα θα αναρωτιέμαι πόσο καλύτερη θα ήταν αυτή η ταινία αν η Bates είχε απέναντί της έναν ηθοποιό που έβγαζε συναίσθημα…
► Shelter (σειρά): Βασισμένο στους λογοτεχνικούς χαρακτήρες του δημοφιλούς συγγραφέα Harlan Coben, αυτό το εφηβικό δράμα μυστηρίου δεν μου είχε γεμίσει το μάτι αρχικά, αλλά όσο προχωρούν τα επεισόδια γίνεται όλο και πιο ενδιαφέρον. Δεν ανακαλύπτει και τον τροχό σε ότι αφορά την κεντρική ιδέα του, αλλά οι νεαροί ηθοποιοί κουβαλούν ωραία την πλοκή και με κρατούν για τη συνέχεια.
► One Piece (σειρά): Στην εκπνοή του Αυγούστου έκανε πρεμιέρα στο Netflix η πολυαναμενόμενη live-action προσαρμογή του θρυλικού άνιμε. Χωρίς να έχω επαφή με το original, η σειρά μου φάνηκε διασκεδαστικότατη από τα 2-3 επεισόδια που πρόλαβα να δω. Το μόνο που θέλω να σχολιάσω προς το παρόν είναι ότι το εξαιρετικό casting. Όλη η ομάδα είναι δυνατή, αλλά η ψυχή της σειράς είναι o Iñaki Godoy που κάνει τον Luffy ολοδικό του με την γεμάτη ενέργεια ερμηνεία του! (Σε σημείο που με ωθεί να σκεφτώ σοβαρά μήπως δώσω δεύτερη ευκαιρία στο The Imperfects!)
Ραντεβού πάλι εδώ τέλη Σεπτέμβρη για να δούμε πως θα τα πάει η Super-Watchlist μπαίνοντας στη νέα τηλεοπτική σεζόν! Μέχρι να τα ξαναπούμε, για πείτε μου, τι παρακολουθήσατε εσείς μέσα στο μήνα που πέρασε;