Αυτό ήταν το καλύτερο επεισόδιο του Walker μέχρι στιγμής, και δεν ξέρω αν το οφείλει στο guest του Matt Barr (τον οποίον δεν τον λες ούτε άσχημο, ούτε ατάλαντο) ή στο πιο ισορροπημένο σενάριο, πάντως ήταν το πρώτο 40λεπτο που ευχαριστήθηκα πραγματικά και δεν αγκομαχούσα από το βάρος των κλισέ. (Όχι πως δεν υπήρχαν, απλά δεν με ενόχλησαν τόσο.)
Λάτρεψα την αρχική σκηνή, όπου ο Cordy προσπαθεί με τσαχπινιά να κάνει τη νέα του συνεργάτη να του ανοιχτεί. Νομίζω εδώ συνειδητοποίησα πραγματικά πόσο διαφορετικός είναι από τον Sam Winchester! (Ρε σεις, αυτός εδώ έχει πλάκα!) Η Micki θέλει κι εκείνη να γνωρίσει καλύτερα τον συνεργάτη της, αλλά χρειάζεται χρόνο για να ανοιχτεί. Και είναι λογικό. Είναι μια έγχρωμη γυναίκα σε έναν ανδροκρατούμενο τομέα, και μάλιστα είναι και ο “νιούφης” της υπόθεσης. Το ένστικτό της της λέει -δικαιολογημένα- να μην εμπιστεύεται εύκολα τους ανθρώπους. Αν υπάρχει ένα πράγμα που κάνει καλά μέχρι στιγμής το Walker είναι ότι δείχνει να διαχειρίζεται σωστά τον χαρακτήρα της Ramirez και τις σχέσεις που δημιουργεί με τους υπόλοιπους, που επηρεάζονται και από τα βιώματά της και από αυτά που θέλει για το μέλλον.
Η φιλία του Walker με τον Hoyt είναι το παρελθόν που ήρθε απρόσμενα και τον έπιασε εξ απροόπτου (όχι, κυριολεκτικά, τι φάση, ο τύπος του την έπεσε από πίσω και τον σάπισε στο ξύλο). Όσο… αστραφτερός κι αν φαίνεται ο Hoyt (pun απολύτως intended), κι όσο μαλαγάνας κι αν είναι, φαίνεται από μίλια μακριά ότι είναι κακός μπελάς (καλοί οι κοιλιακοί, δε λέω, αλλά δεν μπορώ να πω ότι τον συμπάθησα). Παρόλα αυτά, καταλαβαίνω γιατί ήταν δύσκολο στον Walker να τον κυνηγήσει, αφού συνδέεται με τόσες όμορφες αναμνήσεις με την Emily (κι από ότι κατάλαβα του έσωσε και τη ζωή σε κάποια φάση). Και στο τέλος δεν είμαι καν σίγουρη ότι ο Cordell συνειδητοποίησε πλήρως το λόγο για τον οποίο η σχέση τους δεν είναι υγιής και ότι δεν είναι κάτι που πρέπει να συνεχιστεί, όσα κι αν έχουν περάσει μαζί. (Τροφή για σκέψη για την επόμενη φορά που θα εμφανιστεί ο ξανθός!)
Είναι σημαντικό να σημειωθεί, σε αυτό το σημείο, ότι δεν είναι δουλειά της Micki να σώσει τον Walker. Πρέπει να το κάνει ο ίδιος για τον εαυτό του. Είναι θετικό το να θέλει να έρθει πιο κοντά με την Micki, αλλά δεν είναι δουλειά της, ή δουλειά οποιασδήποτε γυναίκας εδώ που τα λέμε, να τρέξει να τον σώσει τον πονεμένο άνδρα. Δεν είναι αυτό αληθινή συνεργασία. Να υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον, εννοείται, αλλά δεν πρέπει να πνιγεί ο ένας για να σωθεί ο άλλος. Μέχρι στιγμής, το Walker αποφεύγει αυτό το συγκεκριμένο στερεότυπο, και πολύ το χαίρομαι. Η Micki δεν χαρίστηκε στον Walker και στα “συγκρουόμενα συμφέροντά” του και είναι ένας από τους λόγους που αρχίζει να γίνεται η αγαπημένη μου!
Η επιστροφή του Hoyt ήταν μια καλή ευκαιρία να σκιαγραφηθούν καλύτερα και οι γονείς του Walker, που έμειναν στο παρασκήνιο στα δυο πρώτα επεισόδια. Η Abby φαίνεται να νοιώθει αληθινή αγάπη και στοργή για τον Hoyt, κι ό,τι και να κάνει εκείνος δεν τον κακολογεί — σε αντίθεση με τον Bonham, που δεν φαίνεται να συμπαθεί και πολύ το νεαρό εγκληματία (μα γιατί, τόσο καλό παιδί, σας έφερε και κλεμμένες μπριζόλες, τι άλλο θέλεις, βρε; ). Αυτό το μικρό subplot βοήθησε να εμπλουτιστεί η συνολική ιστορία του Walker στο επεισόδιο, αλλά υπονόησε και κάποια συζυγικά προβλήματα μεταξύ των γονιών του, τα οποία δεν είχα πάρει χαμπάρι στα προηγούμενα.
Η τελευταία -πολύ γλυκιά- σκηνή, όπου ο Walker μαθαίνει στην κόρη του πώς να οδηγεί αυτοκίνητο με ταχύτητες, ήταν ένας όμορφος τρόπος να περάσει τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά. Πριν 17 χρόνια, ήταν η Emily που δίδαξε στον Cordy πώς να οδηγεί, πώς να έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και πώς να σπάει πλάκα. Και τώρα, ήρθε η δική του σειρά να διδάξει τα παιδιά τους, με την ελπίδα να διατηρήσει την ανάμνηση της Emily ζωντανή και ταυτόχρονα να δημιουργήσει νέες αναμνήσεις μαζί τους. Επειδή αυτό είναι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε μερικές φορές, όταν το παρόν μας αλλάζει ριζικά, και το μόνο που μένει είναι οι αναμνήσεις από αυτά που πέρασαν και δεν γυρίζουν πίσω…
ΥΓ Ο Liam ετοιμάζεται να παντρευτεί με τον κύριο Αγγούρη;! Πως γίνεται να κάνουμε κάτι να τους τα χαλάσουμε; Δεν αντέχω την προοπτική να τον βλέπουμε πιο συχνά τον ατάλαντο!