Η παρακάτω κριτική γράφτηκε στα πλαίσια επανάληψης της σειράς από την αρχή και περιέχει SPOILERS για τη συνέχεια!
Το σημερινό επεισόδιο μας δίνει μια γερή δόση της παιδικής ηλικίας των Winchesters και εξερευνά τους λόγους της οικογενειακής δυσλειτουργικότητάς τους που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του Supernatural. Τα αγόρια αναλαμβάνουν μια υπόθεση φαντάσματος που στοιχειώνει το παλιό τους σχολείο στο Fairfax της Indiana, εκεί που τους είχε παρατήσει ο πατέρας τους για κάμποσες εβδομάδες, στη μέση της σχολικής χρονιάς το 1997, για να πάει να κυνηγήσει. Αυτό το 40λεπτο μας έδωσε μεγαλύτερο (και καλύτερο) flashback που έχει κάνει η σειρά στην παιδική ηλικία των πρωταγωνιστών της. Η ιστορία του φαντάσματος δεν είναι κάτι πρωτότυπο: το πνεύμα εξαπολύει την οργή του κυριεύοντας μη-δημοφιλή παιδιά και τα ωθεί να επιτεθούν στους δυνάστες τους. Η ανατροπή έρχεται όταν αποκαλύπτεται ότι το ίδιο το φάντασμα ασκούσε bullying στους συμμαθητές του όσο ζούσε, μέχρι που τον ξεφτίλισε ο μικρός Sam και άρχισαν όλοι να τον κοροϊδεύουν.
Η αποκάλυψη ότι ο Sam ήταν αυτός που τόσα χρόνια πριν μετέτρεψε τον νταή Dirk σε απόκληρο του σχολείου ήταν το πιο αναπάντεχο και το πιο τραγικό σημείο του επεισοδίου. Εδώ, δεν ήταν ο Dean αυτός που πάτησε επί πτωμάτων για να προστατεύσει τον μικρό του αδερφό, όπως γίνεται συνήθως. Η επιθυμία του Sam να είναι φυσιολογικός είναι στον πυρήνα του χαρακτήρα του και είναι αποκαρδιωτικό να βλέπουμε πόσο άσχημα εξελίχθηκαν τα πράγματα όταν υπερασπίστηκε τον εαυτό του και χρησιμοποίησε τις ικανότητές του εναντίον του άλλου παιδιού. Όσα συνέβησαν στη ζωή του Dirk πριν και μετά την σύντομη γνωριμία του με τον μικρό Winchester δεν είναι λάθος του Sam, φυσικά, αλλά ο εκείνος αισθάνεται ότι έχει μερίδιο ευθύνης για τον πρόωρο θάνατο του συμμαθητή του. Γιατί, ακόμα και σε αυτή τη φάση της ζωής του, ο Sam νοιάζεται. Οι σεναριογράφοι συνεχίζουν επιτηδευμένα να μας μπερδεύουν με τον ψυχισμό του Sam. Ενώ φαίνεται απόμακρος προς τον Dean, το σκηνικό με τον Dirk τον ταράζει εμφανώς. Έχω την υποψία, όμως, ότι δεν είναι τύψεις, αλλά φόβος. Φόβος για τον εαυτό του, φόβος για αυτό στο οποίο ξέρει ότι μεταμορφώνεται…
Το flashback μας υπενθυμίζει ότι μεγάλο κομμάτι της ταυτότητας του Sam περιστρέφεται γύρω από την ιδέα ότι από όταν ήταν μωρό ακόμη εξωτερικοί παράγοντες διαμορφώνουν τη ζωή του κι ο ίδιος δεν έχει κανέναν έλεγχο. Ενώ ο Sam είναι ένα διαφορετικό άτομο τώρα από ότι θα ήταν αν δεν είχε εισέλθει στη ζωή του το υπερφυσικό, η υπενθύμιση ότι η ζωή του θα μπορούσε να έχει ακολουθήσει άλλη κατεύθυνση είναι καταθλιπτική. Αυτό το σημείο είναι το διακριτικό νήμα που συνδέει αυτήν την υπο-ιστορία με τη μεγαλύτερη ιστορία της σεζόν.
Το flashback εστιάζει στον Sam και αφήνει τον Dean τεχνηέντως στο παρασκήνιο, περίπου όπως και ολόκληρη η σεζόν μέχρι τώρα. Βλέπουμε για λίγο τον νεαρό Dean να πολεμά τους δικούς του εσωτερικούς δαίμονες σε αυτήν την υπόθεση. Μαθαίνουμε ότι ήταν γυναικάς από μικρός (τι έκπληξη) κι ότι εν γνώσει του σαμποτάρει τις σχέσεις του με τις γυναίκες από τότε. Ισχυρίζεται ότι το κάνει επειδή δεν τον νοιάζει να έρθει κοντά με κανέναν άνθρωπο, αλλά όλοι ξέρουμε ότι η αλήθεια είναι μακράν πιο περίπλοκη και βαθιά κρυμμένη μέσα του. Όταν η Amanda (η Candice Accola λίγους μήνες πριν γίνει γνωστή μέσα από το The Vampire Diaries) τον κατσαδιάζει για την απαίσια συμπεριφορά του, εκείνος της ανταπαντά ότι είναι ήρωας. Ο σκοπός των σεναριογράφων εδώ ήταν, σε πρώτο επίπεδο, να μας κάνουν να λυπηθούμε τον αφανή ήρωα που κανείς ποτέ δεν θα μάθει πόσα έχει θυσιάσει για το κοινό καλό. Αλλά, σε δεύτερο επίπεδο, αποκαλύπτει ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της προσωπικότητας του μεγάλου αδερφού Winchester. Τον ενόχλησαν εμφανώς τα λόγια της Amanda, και αυτή θα μπορούσε να είναι μια εμπειρία που του διαμόρφωσε την προσωπικότητα, αλλά τελικά δεν έκανε ποτέ κάτι για να της αποδείξει -έστω εκ των υστέρων- ότι δεν είχε δίκιο. Ξέρουμε ότι ο Dean δεν άλλαξε ποτέ συμπεριφορά προς τις γυναίκες, άρα σε τι αποσκοπούσε αυτή η σκηνή;
Το ομολογώ ότι, από τις αρχές του 2008 που ξεκίνησα τη σειρά, πέρασε πολύς καιρός μέχρι να συμπαθήσω τον χαρακτήρα του Dean. Από την αρχή με διασκέδαζε το αφιλτράριστο χιούμορ και η χαριτωμένη αυθάδειά του, αλλά μου φαινόταν πολύ ψωνισμένος για να διανοηθώ τότε ότι κάποια στιγμή θα έφτανα να τον συγκαταλέξω ανάμεσα στους αγαπημένους μου χαρακτήρες όλων των εποχών! Προς υπεράσπισή μου, είχα δει τις 3 πρώτες σεζόν μαζεμένες και δεν είχαν προλάβει να ωριμάσουν μέσα μου τα δομικά στοιχεία των χαρακτήρων της σειράς. Αρχικά, με είχε αποθαρρύνει αυτό που έβλεπα στην επιφάνειά: το στερεοτυπικά “κακό παιδί”, ένας εξυπνάκιας που έχει ενστερνιστεί με περηφάνια την καφρίλα του. Η διαδικασία ήταν σίγουρα πολύ πιο αργή, και κυρίως υποσυνείδητη, αλλά αν έπρεπε να επιλέξω το πιο κομβικό σημείο όπου συνειδητοποίησα ότι η χαλαρή συμπάθειά μου είχε ξαφνικά μετατραπεί σε αγάπη για αυτόν τον χαρακτήρα, ήταν αυτό το επεισόδιο. Το φευγαλέο “γεια” που λέει στον Sam στους διαδρόμους του σχολείου είμαι σίγουρη ότι για τους περισσότερους θεατές ήταν μια ασήμαντη κίνηση, αλλά στα δικά μου μάτια μετουσίωσε την στοργή που δείχνει στον μικρό του αδερφό, η οποία υπερβαίνει ακόμα και το πρεστίζ του “σκληρού κ@αριόλη” που πάσχιζε να διατηρεί σε ολόκληρη τη ζωή του. Δεν λέω πως συνειδητοποίησα με αυτή τη σκηνή το ότι αγαπάει τον αδερφό του (αν δεν το είχε καταφέρει αυτό η θυσία του στο All Hell Breaks Loose, τίποτα δεν θα το κατάφερνε). Αυτό που λέω είναι ότι το flashback εδώ με βοήθησε να δω τον δω τον Dean υπο διαφορετικό πρίσμα. Το κέρατο που έριξε στην Amanda θα μπορούσε να εδραιώσει μέσα μου τις άσχημες πτυχές της γνώμης που είχα για αυτόν, αλλά, κατά έναν μαγικό τρόπο, κατάφερε να με ξυπνήσει για να κοιτάξω πίσω από τις γραμμές και να καταλάβω ότι η συμπεριφορά του είναι αποτέλεσμα χρόνων κακομεταχείρισης από τον John και πολλών ψυχικών τραυμάτων και συμπλεγμάτων. Ο Dean ήταν ένα παιδί που δεν έζησε ποτέ όπως τα υπόλοιπα της ηλικίας του, και η συμπεριφορά που επιδεικνύει ως ενήλικος είναι ο αμυντικός μηχανισμός του για να μπορέσει να κουβαλήσει το βαρύ φορτίο που του έλαχε στη ζωή. Εδώ είδαμε ένα 18χρονο αγόρι που έχει ήδη από μόνο του προδιαγράψει τη μοίρα του και είχε αποδεχτεί ότι δεν θα είναι καλή…
Αν διάβαζε κάποιος την κριτική μου χωρίς να έχει δει το επεισόδιο, θα πίστευε ότι είναι καθαρά δραματικό, όμως, Supernatural είναι αυτό και καταφέρνει πάντα να βάλει τις χιουμοριστικές πινελιές ακόμα και στα πιο βαριά επεισόδια. Η αγαπημένη μου φάση ήταν μέσα στο σχολικό όπου ο Dean λέει στους μαθητές ότι ο οδηγός τους πουλάει «χόρτο» κι ότι οι δυο τους είναι μεταμφιεσμένοι αστυνομικοί όπως στο 21 Jump Street, μια αναφορά που, φυσικά, κανείς τους δεν πιάνει. Οι σκηνές του ως προπονητής είναι επίσης ξεκαρδιστικές, από τη σουρεαλιστική στολή, μέχρι την κατάφορη έλλειψη οποιασδήποτε ασφάλειας για τους μαθητές του! Τις απόλαυσα τόσο ώστε να μην με νοιάζει πόσο ανακριβές είναι να βρουν αυτοί οι δυο τόσο εύκολα δουλειά σε σχολείο και κανείς να μην τους ελέγξει.
Αυτό είναι το δεύτερο επεισόδιο που υπογράφει το σεναριογραφικό δίδυμο Daniel Loflin & Andrew Dabb για τη σειρά, μετά το αγαπημένο του κοινού Yellow Fever, και εδώ διακρίνουμε το ίδιο μοτίβο: βαριά ζητήματα, όπως ο εκφοβισμός και η αυτοκτονία, ντύνονται με πιο ανάλαφρο περιτύλιγμα. Προσωπικά θα προτιμούσα να έχουν δείξει λίγη περισσότερη ευαισθησία σε τόσο σοβαρά θέματα, αλλά, από την άλλη, κατανοώ ότι ακριβώς αυτό είναι το ύφος του Supernatural γενικότερα, οπότε δεν μπορώ να τους κατηγορήσω επειδή διάλεξαν να ελαφρύνουν την κατάσταση για το θεατή και να περιορίσουν το κοινωνικό σχόλιο. Εξάλλου, για τους σεναριογράφους του Supernatural, η σκιαγράφηση του Sam και του Dean είναι πάντα προτεραιότητα, και αυτό θεωρώ ότι το κατάφεραν πολύ καλά με αυτό το flashback, αφού είχαν και την τύχη να βρουν δυο εξαιρετικούς ηθοποιούς για τους ρόλους των νεαρότερων Winchesters. Οι Colin Ford και Brock Kelly, ως Sam και Dean αντίστοιχα, μπήκαν αβίαστα στο πετσί των ρόλων τους, είχαν τις σωστές κινήσεις, τις φωνές και τη στάση σώματος, και κατάφεραν κάτι πολύ σπάνιο: ενσάρκωσαν άψογα δυο χαρακτήρες που το συλλογικό μυαλό του fandom έχει συνδέσει με δυο άλλα αγαπημένα πρόσωπα.
Το flashback κλείνει με τον John Winchester (περίτεχνα ‘αόρατος’ όπως πάντα) να έρχεται να παραλάβει τους δυο γιους του από το σχολείο. Ο αποχαιρετισμός με τους συμμαθητές τους ήταν μια εμπειρία με ανάμικτα συναισθήματα. Από τη μια, ο Sam αποθεώνεται σαν ήρωας για την αποκαθήλωση του Dirk, από την άλλη, ο Dean φεύγει ταπεινωμένος μετά τον τσακωμό του με την Amanda που του λέει πόσο τον οικτίρει, γιατί το παίζει σκληρός και απόμακρος, αλλά τελικά είναι απλά ένα μοναχικό παιδάκι (όπως ήταν κι ο Dirk). Ο Dean είναι ανακουφισμένος όταν βλέπει την Impala να τους περιμένει μπροστά από το σχολείο, ενώ ο Sam θα έδινε τα πάντα για να μείνει εκεί και να ζήσει μια φυσιολογική ζωή.
Η τελευταία σκηνή με τον ενήλικο Sam να επισκέπτεται τον παλιό καθηγητή του επισφραγίζει αυτό το εκ διαμέτρου αντίθετο δίπτυχο της ψυχολογίας των αδερφών. Όχι πως δεν γνωρίζαμε ήδη πώς νοιώθει ο Sam, αλλά ήταν ένας ταιριαστά γλυκόπικρος επίλογος για το επεισόδιο. Αυτή η ζωή που ζει τώρα, είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτό που ήθελε όταν ήταν μικρότερος και όταν ο καθηγητής τον ρωτά αν είναι ευτυχισμένος, δεν απαντά, αλλά το πρόσωπό του μας αποκαλύπτει όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε. Συνδυάστε αυτό το βλέμμα με την απόφασή του στο προηγούμενο επεισόδιο να συνεργαστεί ξανά με τη Ruby, «επειδή δεν σκοπεύει να το κάνει όλο αυτό μέχρι να γεράσει», κι έχουμε έναν Sam σε πλήρη απόγνωση. Οι σεναριογράφοι προετοιμάζουν διακριτικά τη μεγάλη αποκάλυψη για τον χαρακτήρα του στο 16ο επεισόδιο, που θα μας σοκάρει όλους…